Κάθε πραγματιστική πολιτική οφείλει να εκκινεί από τα παροντικά δεδομένα και συγκεκριμένα από την ορθή περιγραφή τους. Η επίλυση διαφόρων προβλημάτων τίθεται βέβαια κάτω από το πρίσμα της ιδεολογίας και του οράματος μιας καθολικής εθνικοκοινωνικής αλλαγής της κοινωνίας και της πολιτείας . Όμως από την παρούσα κατάσταση μέχρι την ιδεατή και επιθυμητή υπάρχει μια απόσταση που πρέπει να διανυθεί μέσα από ένα πολύμορφο αγώνα εφόσον τα δεδομένα δεν επιτρέπουν τον βίαιο και επαναστατικό μετασχηματισμό των πραγμάτων.
Οι έλληνες της κλασσικής εποχής έλεγαν ότι « εν το παν» . Αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια που ισχύει για όλα τα ζητήματα . Τίποτα δεν μπορεί να απομονωθεί από την ολότητα που το περιέχει και να αντιμετωπισθεί αποσπασματικά. Ομοίως και το εργατικό ζήτημα στο οποίο αναφερόμαστε. Για να περιγράψουμε σωστά τη κατάσταση του εργάτη είμαστε υποχρεωμένοι να ερευνήσουμε το σύνολο των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων και αν θέλαμε να αλλάξουμε την κατάσταση αυτή , τίποτα δεν θα πετυχαίναμε αν η προσπάθεια μας δεν κατέτεινε στην αλλαγή των συμπαρομαρτουσών αιτιών. Τούτο σημαίνει πως η βελτίωση της ζωής μας στη πολιτική κοινωνία χρειάζεται πάνω από όλα γνώση ,η οποία να προΐσταται της πολιτικής δράσης. Ακόμα και αν είχε κάποιος το σύνολο του λαού μαζί του θα ήταν υποχρεωμένος κάποια στιγμή να αναμετρηθεί με τη πραγματικότητα και να απαντήσει στο σκληρό ερώτημα : τι κάνουμε. Αυτή είναι μια επίκαιρη σκέψη που αφορά τα εις την Ελλάδα συμβαίνοντα.
Εργατικό ζήτημα . Μια πλήρης περιγραφή του ζητήματος σε μια ανακοίνωση είναι αδύνατη. Ας πάρουμε όμως δύο δεδομένα. Το ένα είναι η ανεργία που μαστίζει τον εργατικό κόσμο και το άλλο η συρρίκνωση του πραγματικού μισθού. Ποιες είναι οι αιτίες που δημιουργούν αυτά τα δύο φαινόμενα; Από τη θέση του παρατηρητή που στη προκειμένη είναι η εθνικοκοινωνική θέαση των πραγμάτων , εντοπίζουμε κάποιες αιτίες.
Πρώτη αιτία η έλλειψη μεταναστευτικής πολιτικής . Η ανεξέλεγκτη είσοδος στη χώρα , μεταναστών και λαθρομεταναστών μαζί με την αδυναμία του κράτους να προστατέψει μισθούς και εργατικά δικαιώματα , οδηγεί τον ντόπιο εργάτη στην ανεργία.
Δεύτερη αιτία , η πλήρης έλλειψη επαγγελματικού προσανατολισμού που ξεκινά από την παιδεία. Αυτή η κατάσταση δημιουργεί συνθήκες δομικής ανεργίας. Παράδειγμα: Βγάζουμε μια πληθώρα φιλολόγων σε αντιδιαστολή με τις πραγματικές ανάγκες . Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούμε ανεργία.
Τρίτη αιτία , η αδυναμία του κράτους να διαχειριστεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα ώστε να στηρίξει την παραγωγή που θα απορροφούσε την ανεργία αφενός και θα αναβάθμιζε το πραγματικό εισόδημα των εργατών αφετέρου από την οικειοποίηση των κερδών που σήμερα συσσωρεύουν οι ιδιωτικές τράπεζες.
Τέταρτη αιτία , η αντιλαϊκή πολιτική του κράτους με την στήριξη του ιδιωτικού ληστρικού τραπεζικού συστήματος. Που σημαίνει την επιβάρυνση του κόστους παραγωγής και την συγκέντρωση του κεφαλαίου σε λίγα χέρια, που συνεπάγεται και την εκροή κεφαλαίων από τη χώρα και από τον εθνικό παραγωγικό κύκλο.
Πέμπτη αιτία, η ληστρική φοροεισπρακτική πολιτική της κυβέρνησης (άμεσοι και έμμεσοι φόροι) προκειμένου να καλύψει τα υπέρμετρα έξοδα της. Τούτο εκτός των άλλων παραμέτρων , σημαίνει την περαιτέρω συρρίκνωση του πραγματικού μισθού του εργάτη από την ακρίβεια των προϊόντων ευρείας κατανάλωσης.
Έκτη αιτία , η παράδοση της οικονομίας της κοινωνίας στους τραπεζίτες και στην ολιγαρχία του πλούτου που αποτελεί επέκταση της τραπεζοκρατίας. Τούτο σημαίνει πως ο μισθός και τα δικαιώματα του εργάτη δέχονται μια πίεση προς τα κάτω από τα συμφέροντα της ολιγαρχίας του πλούτου που μέσα από την κομματοκρατία και τις σχέσεις διαφθοράς διεισδύει στην πολιτική διαχείριση της κοινωνίας. Μιας κοινωνίας ριγμένης στην αμάθεια , στη παραπληροφόρηση και εν τέλει την ολοκληρωτική χειραγώγηση της θέλησης της. Ώστε χωρίς την πολιτική χειραφέτηση του λαού δεν είναι δυνατό να περιμένουμε οποιαδήποτε αλλαγή.
Το συμπέρασμα είναι πως το εργατικό ζήτημα δεν αντιμετωπίζεται αποσπασματικά αλλά μέσα από μια πολιτική που αποσκοπεί στην εξάλειψη των αιτιών που παράγουν το πρόβλημα.
Ας σημειωθεί πως το εργατικό ζήτημα είναι η καρδιά του κοινωνικού προβλήματος. Πάνω στη λύση αυτού του ζητήματος θα κτιστεί μια δίκαιη κοινωνία και μια ισχυρή εθνική πολιτεία.
Λουκάς Σταύρου
Πρόεδρος ΕΔΗΚ
Οι έλληνες της κλασσικής εποχής έλεγαν ότι « εν το παν» . Αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια που ισχύει για όλα τα ζητήματα . Τίποτα δεν μπορεί να απομονωθεί από την ολότητα που το περιέχει και να αντιμετωπισθεί αποσπασματικά. Ομοίως και το εργατικό ζήτημα στο οποίο αναφερόμαστε. Για να περιγράψουμε σωστά τη κατάσταση του εργάτη είμαστε υποχρεωμένοι να ερευνήσουμε το σύνολο των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων και αν θέλαμε να αλλάξουμε την κατάσταση αυτή , τίποτα δεν θα πετυχαίναμε αν η προσπάθεια μας δεν κατέτεινε στην αλλαγή των συμπαρομαρτουσών αιτιών. Τούτο σημαίνει πως η βελτίωση της ζωής μας στη πολιτική κοινωνία χρειάζεται πάνω από όλα γνώση ,η οποία να προΐσταται της πολιτικής δράσης. Ακόμα και αν είχε κάποιος το σύνολο του λαού μαζί του θα ήταν υποχρεωμένος κάποια στιγμή να αναμετρηθεί με τη πραγματικότητα και να απαντήσει στο σκληρό ερώτημα : τι κάνουμε. Αυτή είναι μια επίκαιρη σκέψη που αφορά τα εις την Ελλάδα συμβαίνοντα.
Εργατικό ζήτημα . Μια πλήρης περιγραφή του ζητήματος σε μια ανακοίνωση είναι αδύνατη. Ας πάρουμε όμως δύο δεδομένα. Το ένα είναι η ανεργία που μαστίζει τον εργατικό κόσμο και το άλλο η συρρίκνωση του πραγματικού μισθού. Ποιες είναι οι αιτίες που δημιουργούν αυτά τα δύο φαινόμενα; Από τη θέση του παρατηρητή που στη προκειμένη είναι η εθνικοκοινωνική θέαση των πραγμάτων , εντοπίζουμε κάποιες αιτίες.
Πρώτη αιτία η έλλειψη μεταναστευτικής πολιτικής . Η ανεξέλεγκτη είσοδος στη χώρα , μεταναστών και λαθρομεταναστών μαζί με την αδυναμία του κράτους να προστατέψει μισθούς και εργατικά δικαιώματα , οδηγεί τον ντόπιο εργάτη στην ανεργία.
Δεύτερη αιτία , η πλήρης έλλειψη επαγγελματικού προσανατολισμού που ξεκινά από την παιδεία. Αυτή η κατάσταση δημιουργεί συνθήκες δομικής ανεργίας. Παράδειγμα: Βγάζουμε μια πληθώρα φιλολόγων σε αντιδιαστολή με τις πραγματικές ανάγκες . Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούμε ανεργία.
Τρίτη αιτία , η αδυναμία του κράτους να διαχειριστεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα ώστε να στηρίξει την παραγωγή που θα απορροφούσε την ανεργία αφενός και θα αναβάθμιζε το πραγματικό εισόδημα των εργατών αφετέρου από την οικειοποίηση των κερδών που σήμερα συσσωρεύουν οι ιδιωτικές τράπεζες.
Τέταρτη αιτία , η αντιλαϊκή πολιτική του κράτους με την στήριξη του ιδιωτικού ληστρικού τραπεζικού συστήματος. Που σημαίνει την επιβάρυνση του κόστους παραγωγής και την συγκέντρωση του κεφαλαίου σε λίγα χέρια, που συνεπάγεται και την εκροή κεφαλαίων από τη χώρα και από τον εθνικό παραγωγικό κύκλο.
Πέμπτη αιτία, η ληστρική φοροεισπρακτική πολιτική της κυβέρνησης (άμεσοι και έμμεσοι φόροι) προκειμένου να καλύψει τα υπέρμετρα έξοδα της. Τούτο εκτός των άλλων παραμέτρων , σημαίνει την περαιτέρω συρρίκνωση του πραγματικού μισθού του εργάτη από την ακρίβεια των προϊόντων ευρείας κατανάλωσης.
Έκτη αιτία , η παράδοση της οικονομίας της κοινωνίας στους τραπεζίτες και στην ολιγαρχία του πλούτου που αποτελεί επέκταση της τραπεζοκρατίας. Τούτο σημαίνει πως ο μισθός και τα δικαιώματα του εργάτη δέχονται μια πίεση προς τα κάτω από τα συμφέροντα της ολιγαρχίας του πλούτου που μέσα από την κομματοκρατία και τις σχέσεις διαφθοράς διεισδύει στην πολιτική διαχείριση της κοινωνίας. Μιας κοινωνίας ριγμένης στην αμάθεια , στη παραπληροφόρηση και εν τέλει την ολοκληρωτική χειραγώγηση της θέλησης της. Ώστε χωρίς την πολιτική χειραφέτηση του λαού δεν είναι δυνατό να περιμένουμε οποιαδήποτε αλλαγή.
Το συμπέρασμα είναι πως το εργατικό ζήτημα δεν αντιμετωπίζεται αποσπασματικά αλλά μέσα από μια πολιτική που αποσκοπεί στην εξάλειψη των αιτιών που παράγουν το πρόβλημα.
Ας σημειωθεί πως το εργατικό ζήτημα είναι η καρδιά του κοινωνικού προβλήματος. Πάνω στη λύση αυτού του ζητήματος θα κτιστεί μια δίκαιη κοινωνία και μια ισχυρή εθνική πολιτεία.
Λουκάς Σταύρου
Πρόεδρος ΕΔΗΚ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου