Το ειδώλιο του Πωμού, 3000 π.χ. |
Ας γυρίσουμε, όμως, στην ουσία της εξαγγελίας δημιουργίας ενός Υφυπουργείου Πολιτισμού. Αναντίρρητα, ακούγεται ως κάτι σημαντικό: Αυτονομούνται τα ζητήματα πολιτισμού από αυτά της σχολικής αντίληψης της παιδείας και τους αποδίδεται μια ξεχωριστή πολιτική βαρύτητα που επιτρέπει την ενιαία διαχείριση και το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό τους. Στα σαφώς υπέρ και η μεταφορά του Τμήματος Αρχαιοτήτων από το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων στο νέο Υφυπουργείο, με τη συνακόλουθη αναγωγή των αρχαιολογικών θεμάτων από ζήτημα ανάπτυξης ή τουρισμού (και) σε ζήτημα πολιτισμού.
Πέραν της πρώτης, της προφανούς ανάγνωσης, απαιτείται, πιστεύω και μία δεύτερη. Η οποία να συνδέεται με το γεγονός ότι τα σχολεία μας παράγουν νέους επαγγελματικώς προσανατολισμένους, αλλά κατά τ’ άλλα απρόσωπους και μπερδεμένους, με αναπηρία λόγου, και άρα σκέψης, και με επιφανειακές έως και ανύπαρκτες γνώσεις γλώσσας, πολιτικής, φιλοσοφίας, ιστορίας, λογοτεχνίας, θεάτρου, τέχνης, μουσικής και ευρύτερα των εννοιών που συγκροτούν αυτήν του πολιτισμού. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που τα σχολεία μας τιμωρούν ένα μαθητή με την αποβολή του στο χώρο της βιβλιοθήκης...
Να συνδέεται, επίσης, με το γεγονός ότι στην αυλή του Αρχαιολογικού Μουσείου κείτονται εκτεθειμένες αρχαιότητες λόγω έλλειψης χώρου, ότι το Τμήμα Αρχαιοτήτων παραμένει υποστελεχωμένο και στερούμενο βασικών αρμοδιοτήτων αναχαίτισης της υποβάθμισης του πολιτιστικού περιβάλλοντος, ότι η προστασία χαρακτηριστικών κτηρίων – πολύτιμων δειγμάτων της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και συνεκτικών κομματιών της διαδρομής του τόπου – επαφίεται στον πατριωτισμό των ιδιοκτητών τους και στις ορέξεις των εργοληπτικών εταιριών, ότι η κατασκευή ενός Μεγάρου Πολιτισμού – με αμφίβολη, για κάποιους, χρησιμότητα – έχει παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες, ότι η χρηματοδότηση πολιτιστικών εκδηλώσεων και καλλιτεχνικών δημιουργιών έχει συχνά κατηγορηθεί για αδιαφάνεια και για προώθηση συγκεκριμένων εκδοχών της περί των πραγμάτων και περί της τέχνης αντίληψης, ότι η στελέχωση των κρατικών πολιτιστικών φορέων προκαλεί την εντύπωση κλειστών κυκλωμάτων οικογενειοκρατίας, ότι οι πολιτιστικές εκδηλώσεις που απευθύνονται και είναι προσβάσιμες στο ευρύ κοινό – και ιδίως στους νέους – σπανίζουν, με εξαίρεση κάποιες πρωτοβουλίες δήμων ή ιδιωτών, ότι έργα τέχνης σύγχρονων Κύπριων δημιουργών που αγοράστηκαν από το κράτος σαπίζουν σε κρατικές αποθήκες, ότι δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός για εκσυγχρονισμό μουσείων ή της κρατικής βιβλιοθήκης κλπ.
Ο σκεπτόμενος, Auguste Rodin |
Αναμφίβολα, ένα Υφυπουργείο Πολιτισμού μπορεί να συμβάλει στην πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας και των ανθρώπων της. Φτάνει να καταφέρει να αντιληφθεί σφαιρικά και να περιβάλει ολοκληρωμένα την ιδέα και την αξία του πολιτισμού, αποβλέποντας σε αυτό που ο Γιανναράς αποκαλεί «κατά κεφαλήν καλλιέργεια». Και αρκεί να μη λειτουργήσει – όπως συχνά γίνεται – ως άλλοθι: ως ένα ωραίο, φανταχτερό κουτί που θα περικλείει αέρα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου