ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Ο ιδεολογικός πόλεμος κατά της οικονομικής , πολιτικής και «πνευματικής» τυραννίας που συρρικνώνει δραματικά τη λαϊκή και εθνική κυριαρχία και υποβιβάζει πολιτισμικά το έθνος , συνεχίζεται αμείωτα από το προσωπικό ιστολόγιο του Λουκά Σταύρου. Για ένα ελληνικό εθνικοκοινωνισμό. http://l-stavrou.blogspot.com

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Συνέντευξη του Κου Ν. Λυγερού στο Geopolitics & Daily News

Στο Καστελόριζο, το πιο πιθανό δεν είναι να δώσουμε μόνο μια διπλωματική μάχη. 

Η Ελλάδα τον Απρίλιο του 2009 συμφώνησε με την Αλβανία την οριοθέτηση των χωρικών μας υδάτων. Ωστόσο αργότερα με απόφαση του αλβανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου η συμφωνία κρίθηκε άκυρη. Φέρει η χώρα μας ευθύνες για το “ναυάγιο” της συμφωνίας; και αν ναι, ποιες είναι αυτές;

Η συμφωνία δεν αφορούσε μόνο στα χωρικά ύδατα, αλλά και στην ΑΟΖ.  Το ανώτατο δικαστήριο έκανε απλώς το έργο του το οποίο αφορά στο συνταγματικό.  Η καταγγελία ήλθε από την αντιπολίτευση της Αλβανίας, η οποία εντόπισε το πρόβλημα.  Η ευθύνη σχετίζεται με έλλειψη επαγγελματικότητας, σε σχέση με τη διαδικασία και ειδικά με την αρμοδιότητα των ομάδων διαπραγμάτευσης.  Δεν είναι μόνον οι υπογραφές που είναι σημαντικές, αλλά και τα πρόσωπα που υπογράφουν.  Σε κάθε περίπτωση, η συμφωνία μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί, ειδικά αν επικεντρωθούμε στο θέμα της ΑΟΖ.  (βλέπε Στρατηγικά βήματα για την καθιέρωση της ΑΟΖ, OPUS)

Σε άρθρο σας έχετε παρομοιάσει το Καστελόριζο με τις Θερμοπύλες μιας και εκεί τελικά ίσως χρειαστεί να δώσουμε τη διπλωματική μας μάχη. Τι κατά τη γνώμη σας πρέπει να κάνει η χώρα μας άμεσα πριν είναι αργά;

Στο Καστελόριζο, το πιο πιθανό δεν είναι να δώσουμε μόνο μια διπλωματική μάχη.  Τα συμφέροντα, όσον αφορά στη στρατηγική, είναι μεγάλα.  Για να καταλάβετε, ακόμη και για το FIR, κοντά στο Καστελόριζο υπάρχει ένα τετραπλό σημείο επαφής:  FIR Αθηνών, Λευκωσία, Istanbul, και Ankara.  Το Καστελόριζο είναι ένα κρίσιμο σημείο για το λεγόμενο Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα, αν θέλουμε να το υποστηρίζουμε έμπρακτα, πρέπει να σταθεροποιήσουμε την παρουσία μας, όχι με μια ελλαδική προσέγγιση, αλλά με την ευρωπαϊκή.

Ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου, έχει μιλήσει για Οθωμανικά Βαλκάνια, για μηδενικές τριβές με τις γειτονικές χώρες, και την ίδια ώρα δεν μπορεί να εμποδίσει τη Κύπρο, μια μικρή χώρα με τα γνωστά σε όλους προβλήματα (Κυπριακό – Κατεχόμενα), να υπογράψει τρεις πολύ σημαντικές συμφωνίες ΑΟΖ με άλλες χώρες. Μήπως εμείς οι Έλλαδίτες υπερεκτιμούμε τις διπλωματικές δυνατότητες των εξ ανατολής γειτόνων, ενώ δεν θα έπρεπε;

Οι διπλωματικές ικανότητες της Τουρκίας είναι συμβατικές.  Δεν αποτελούν μια καινοτομία εδώ και αιώνες.  Χρησιμοποιούν εκφυλισμένα νοητικά σχήματα της γαλλικής διπλωματίας, της γερμανικής στρατηγικής, υπό την επιρροή της αμερικανικής νοόσφαιρας.  Επιπλέον, δεν είναι καν παράδειγμα προς μίμηση των μουσουλμανικών χωρών.  Ο Υπουργός Εξωτερικών λειτουργεί περισσότερο ως Υπουργός Τύπου, που δίνει έμφαση σε δηλώσεις και όχι σε πράξεις.  Στην τελική, δίνουμε αξία στην Τουρκία για να μεγαλώσουμε τη δική μας.  Αλλά αυτή η στρατηγική έχει τα όριά της, όπως το απέδειξε η Κύπρος με τις συμφωνίες της με τον Λίβανο, την Αίγυπτο και το Ισραήλ.

Πως αξιολογείται την επίσκεψη του Υπουργού Εξωτερικών Λίμπερμαν στη χώρα μας; Είστε θετικός στη προοπτική μιας ευρύτερης ελληνοισραηλινής συνεργασίας;

Οι επισκέψεις έχουν νόημα όταν τις ακολουθούν συμφωνίες, αλλιώς είναι μόνον τεχνικές και τεχνητές.  Οι Έλληνες, οι Εβραίοι και οι Αρμένιοι ξέρουν τι σημαίνει γενοκτονία.  Στον τομέα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προωθούμε πάντα τη συνεργασία των θυμάτων.  Τώρα όσον αφορά στις στρατηγικές μας, το Ισραήλ είναι ένας σημαντικός παίκτης, όχι μόνο για την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.  Η ένωση των FIR, των ΑΟΖ συμφέρει τους πάντες, άρα η διπλωματία μας πρέπει να γίνει πιο στρατηγική και όχι η στρατηγική μας να είναι τόσο διπλωματική. 

Σύμφωνα με δημοσιεύματα, στους χάρτες που έδωσε στην δημοσιότητα το Τελ Αβίβ αναγνωρίζεται 100% η ελληνική ΑΟΖ, η οποία συνεχίζεται με την ΑΟΖ της Κύπρου. Αληθεύει; Και αν ναι, πως εξηγείτε το γεγονός πως το Ισραήλ αναγνωρίζει την Ελληνική ΑΟΖ πριν από εμάς τους ίδιους;

To Ισραήλ δεν μπορεί ν’ αναγνωρίσει de jure την ελληνική ΑΟΖ, αφού η δική του ΑΟΖ δεν εφάπτεται με την πρώτη. Γενικότερα η ΑΟΖ καθορίζεται μέσω μιας διακρατικής συμφωνίας που αποδέχεται την ύπαρξη κοινών συνόρων των ΑΟΖ τους. Κατά συνέπεια, το μόνο που μπορεί να κάνει το Ισραήλ είναι  – και μ’ αυτόν τον τρόπο που πρέπει να ερμηνεύσουμε το γεγονός αυτό – ν’ αναγνωρίσει de facto όχι την ΑΟΖ, αλλά το θεωρητικό της πλαίσιο. Με άλλα λόγια δέχεται την εφαρμογή της μέσης γραμμής της ΑΟΖ, και τον υπολογισμό της μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας.

Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Γιώργος Παπανδρέου, κατά την επίσκεψη του στο Ερζερούμ της Τουρκίας έκανε δηλώσεις που ενόχλησαν τη τουρκική πλευρά. Γιατί κατά τη γνώμη σας ο ομόλογός του Ερντογάν απόφυγε να απαντήσει τη στιγμή των Ελληνικών δηλώσεων;

Οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού δεν είναι ενοχλητικές, αλλά αληθινές. Κι αυτό έχει τη διπλή του σημασία. Είναι σημαντικό που έγιναν για να τεθεί ένα πλαίσιο, αλλά είναι σημαντικότερο να τις υποστηρίξουμε έμπρακτα, αλλιώς θα παραμείνουν λόγια για το φαίνεσθαι. Δεν αποτελούν, λοιπόν, ένα τελικό αποτέλεσμα, αλλά ένα πλαίσιο, το οποίο πρέπει να μετατραπεί σε πεδίο δράσης.

Ποια η γνώμη σας σχετικά με τη προοπτική εξέλιξης μιας γενικότερης στρατιωτικο-πολιτικης συνεργασίας της χώρας μας με την Ρωσία, και γιατί ο αγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη έχει τόσο πολύ τελικά καθυστερήσει;

O αγωγός δεν είναι απαραίτητα εκτός φαντασίας.  Ας το σημειώσουμε λοιπόν ως ένα εργαλείο στον δυνητικό χώρο και μόνον και ας το χρησιμοποιήσουμε με τον αρμόδιο τρόπο για να μην έχουμε απογοητεύσεις.  Η στρατιωτική και πολιτική συνεργασία με τη Ρωσία είναι ουσιαστική, ακόμη και σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, έτσι ώστε να ενισχύσει την θέση μας στο ζεύγος Ευρωπαϊκή Ένωση-Ρωσία.  Ωςγεωστρατηγικός παίκτης η Ρωσία είναι σημαντικότατος και ακόμη περισσότερο όταν ενσωματώνουμε στοιχεία τοποστρατηγικής.  Για να το συνειδητοποιήσουμε αρκεί να μελετήσουμε τις επιπτώσεις τουΣυνεδρίου Βερολίνου του 1878.

Ποια είναι η γνώμη σας όσον αφορά το ρόλο της Εκκλησίας. Είναι θετικό ή αρνητικό το γεγονός ότι ορισμένοι ιεράρχες εκφράζουν δημόσια τις απόψεις τους επάνω στα εθνικά θέματα;

Η εκκλησία θεσμικά παίζει ένα ρόλο στα εθνικά θέματα.  Το γεγονός αυτό είναι και διαχρονικό και συνταγματικό, αλλά φαντάζομαι ότι το πλαίσιο της ερώτησης είναι διαφορετικό.  Στην πραγματικότητα, δομικά είναι ανάλογο με την άποψη των βουλευτών όταν δεν εντάσσονται σ’ ένα ενιαίο πλαίσιο.  Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφραστεί, δίχως όμως να ξεχνά ότι έχουμε το δικαίωμα να τον ακούσουμε ή όχι.  Στα εθνικά θέματα γενικότερα, δεν έχουμε ανάγκη από απόψεις αλλά από γνώσεις και στρατηγική.  Όλα τ’ άλλα λόγια, γι’ αυτούς που δεν υλοποιούν τίποτα το ουσιαστικό για την πατρίδα μας.  Η Ελλάδα απαιτεί, λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης, όχι λόγια αλλά ιδέες καινοτόμες για τη στρατηγική διαχείριση των κρίσεων.


Ο Κος Νικόλαος Λυγερός είναι στρατηγικός σύμβουλος και καθηγητής γεωστρατηγικής στην Αστυνομική Ακαδημία, στη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας, στη Σχολή Στρατολογικού, στη Σχολή Πολεμικής Αεροπορίας και στη Σχολή Εθνικής Άμυνας στην Ελλάδα.

Το ενεργειακό παζλ που στήνεται στη Θράκη


  • H άγνωστη επένδυση του Κοπελούζου στην Αλεξανδρούπολη
  • Ποια άλλα επενδυτικά project αλλάζουν το ρόλο της περιοχής και ενισχύουν τη γεωστρατηγική θέση ολόκληρης της Ελλάδας;
  • Ενεργειακό σταυροδρόμι, με εμβέλεια που θα ξεπερνά τα στενά ελληνικά σύνορα, τείνει να εξελιχθεί η ευρύτερη περιοχή της Αν. Μακεδονίας και Θράκης με «αιχμή του δόρατος» τον τομέα του φυσικού αερίου όπου ήδη δρομολογούνται επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ

Το συνολικό ενεργειακό «παζλ» που πάει να «στηθεί» συγκροτείται από τέσσερα επιμέρους κομμάτια εκ των οποίων τα δύο είναι προχωρημένα και τα άλλα δύο έχουν ολοκληρωθεί σε επίπεδο σχεδιασμού, αλλά μένει να διευθετηθούν λεπτομέρειες για να ξεκινήσουν να υλοποιούνται.

Τα δρομολογημένα αφορούν στους αγωγούς μεταφοράς φυσικού αερίου Τουρκία– Ελλάδα – Ιταλία (ο γνωστός TGI) και (τον διακρατικό) Ελλάδα – Βουλγαρία (Κομοτηνή – Στάρα Ζαγόρα), ενώ τα προωθούμενα project σχετίζονται με αποθήκες υγροποιημένου φυσικού αερίου σε Καβάλα και, εσχάτως, στην Αλεξανδρούπολη.

Ο αγωγός TGI, που έχει μεταφορική δυναμικότητα έως 11,5 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως, θα δώσει τη δυνατότητα διοχέτευσης του αερίου του Αζερμπαϊτζάν στις αγορές της Δύσης, κι ως εκ τούτου έχει κομβικό ρόλο στην παγκόσμια ενεργειακή σκακιέρα.

Καθοριστικής σημασίας, ιδιαίτερα για τη βαλκανική μας γειτονιά και δη για τη Βουλγαρία, χαρακτηρίζεται, επίσης, ο αγωγός IGB, ο οποίος έχει και τις ευλογίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που συνδράμει με ποσό 45 εκ. ευρώ, στο συνολικό προϋπολογισμό του έργου, ύψους 130-140 εκ. ευρώ.

Ο εν λόγω αγωγός ενισχύει τη θέση της Ελλάδας, γεωστρατηγικά, αλλά και την ασφάλεια της τροφοδοσίας με φυσικό αέριο. Παράλληλα, καθώς θα είναι «κάθετος» στον TGI, θα τροφοδοτεί με φυσικό αέριο και την βουλγαρική αγορά και θα συνεισφέρει στη δημιουργία ανταγωνιστικού περιβάλλοντος και χαμηλότερων τιμών φυσικού αερίου στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Όσον αφορά τις σχεδιαζόμενες επενδύσεις για τη δημιουργία δεξαμενών αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου, εκτός από το γνωστό, πια, project στο, σχεδόν εξαντλημένο, υποθαλάσσιο κοίτασμα στην περιοχή του νότιου Πρίνου, εσχάτως εκδηλώθηκε πρόθεση για την υλοποίηση μιας ακόμη ενδιαφέρουσας επένδυσης στην Αλεξανδρούπολη. Για την τελευταία, φορέας υλοποίησης εμφανίζεται η εταιρία GasTrade S.A., του ομίλου Κοπελούζου, η οποία δρομολογεί την ανάπτυξη ενός ενεργειακού συγκροτήματος στον ακριτικό νομό, το οποίο σε πλήρη ανάπτυξη, όπως διέρρευσε, θα περιλαμβάνει και δύο μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, πέραν του πλωτού σταθμού αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου.

Η εταιρεία έχει καταθέσει σχετική αίτηση στη ΡΑΕ και το ΥΠΕΚΑ από τις 17 Δεκέμβρη και προβλέπει τη δημιουργία υπεράκτιου τερματικού σταθμού δυναμικότητας 135.000–145.000 κ. μ., στην περιοχή Αμφιτρίτη, στις εκβολές του ποταμού Έβρου. Θα συνδέεται δε, μέσω αγωγών, με τη βιομηχανική ζώνη Αλεξανδρούπολης, καθώς και με το εθνικό δίκτυο μεταφοράς φυσικού αερίου.
Πρόκειται για τη νέα τεχνολογία FSRU που επιτρέπει την αποθήκευση υγροποιημένου φυσικού αερίου σε πλοία, τα οποία είναι εφοδισμένα με μονάδα επαναεροποίησης. Η θέση του τερματικού σταθμού θα βρίσκεται 22 χλμ. νοτιοδυτικά της Αλεξανδρούπολης, σε απόσταση 12 χλμ από τις ακτές, ενώ η διασύνδεσή του περιλαμβάνει επίσης υποθαλάσσιο τμήμα μήκους 22 χλμ, καθώς και επίγειο τμήμα μήκους 9 χλμ. Σε ετήσια βάση ο υπεράκτιος σταθμός θα έχει δυναμικότητα περίπου 4 δισ. κυβικά μέτρα, ενώ στόχος του επενδυτή είναι να ασκείται εμπορία του φυσικού αερίου τόσο εντός της Ελλάδας, όσο και προς γειτονικές χώρες.

Το project του Πρίνου σχετίζεται με το παλιό σχέδιο για την αποθήκευση αερίου σε υποθαλάσσια φυσική αποθήκη, από κοίτασμα που αξιοποιεί, με άδεια έως το 2014, η Ενεργειακή Αιγαίου και τείνει να εξαντληθεί. Η δυναμικότητα αυτής της φυσικής υποθαλάσσιας αποθήκης ανέρχεται σε 1 δισεκατομμύριο κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, που σημαίνει ότι θα μπορούν να εγχέονται στο σύστημα περί τα 4 εκ. κ.μ. ημερησίως για 90 ημέρες, ενώ το ύψος της επένδυσης υπολογίζεται σε 400 εκ. ευρώ.

Πρόσφατα ολοκληρώθηκε μελέτη που είχε αναθέσει το ΥΠΕΚΑ, ώστε να βρεθεί ο κατάλληλος τρόπος αξιοποίησης του κοιτάσματος, μια και, όπως έχει διαρρεύσει, υπάρχουν σοβαρά νομικά προβλήματα, δεδομένου ότι εμπλέκονται πολλοί φορείς, άδειες, κ.λπ.

Τα πράγματα σε αυτή την περίπτωση, πάντως, περιπλέκονται και από τις διαφορετικές προσεγγίσεις που εκφέρουν τα τρία εμπλεκόμενα μέρη και ειδικότερα η Ενεργειακή Αιγαίου, η ΔΕΠΑ και ο ΔΕΣΦΑ, με τον υφυπουργό Γιάννη Μανιάτη να φέρεται να εξετάζει μια «πολιτική λύση», όπως προτείνει και η ίδια επιτροπή, μέσω διεθνούς διαγωνισμού στον οποίο η Ενεργειακή Αιγαίου ίσως να έχει ελαφρά «πριμοδότηση» λόγω του ό,τι κατέχει την άδεια εκμετάλλευσης του κοιτάσματος. Διάσταση απόψεων έχει καταγραφεί, και για το αν το τερματικό θα αποτελέσει μέρος του Εθνικού Συστήματος Μεταφοράς Αερίου (ΕΣΦΑ) ή θα είναι Ανεξάρτητο Σύστημα Μεταφοράς (ΑΣΦΑ).

Άλλο Ελλάδα και άλλο Τυνησία


Γράφει ο Κλεισθένης.

Παρακολουθούμε, μετά την εξέγερση στην Τυνησία, αναλύσεις και άρθρα σε εφημερίδες και ιστολόγια που αφήνουν να εννοηθεί ότι έρχονται παρόμοιες καταστάσεις και στην Ελλάδα.
Μερικοί τα γράφουν για να πουλήσουν μερικά φύλα παραπάνω επειδή οι τίτλοι είναι «πιασάρικοι», άλλοι τα γράφουν επειδή δεν ξέρουν τι συνέβαινε και τι συμβαίνει σ’ αυτά τα κράτη, πιθανώς να υπάρχουν και μερικοί που επιδιώκουν σύγχυση. Το θέμα δεν είναι απλό και δεν ερμηνεύεται σε λίγες γραμμές ενός κειμένου. Ας δούμε μερικά στοιχεία που ίσως δεν είναι πολύ γνωστά.
Στα Αραβόφωνα μουσουλμανικά κράτη (Λυβίη, Αίγυπτο, Σαουδική Αραβία και άλλα) υπάρχουν περίεργα καθεστώτα που δεν έχουν καμία σχέση με το δικό μας ή των δυτικών χωρών. Η ανελευθερία είναι πρόδηλη για δε τους αντιφρονούντες οι τιμωρίες είναι εξοντωτικές. Υπάρχουν φυσικά και αντιπολιτεύσεις αλλά οι δραστηριότητές τους είναι προσχηματικές και ανώφελες για τους λαούς. Ένα απλό παράδειγμα που μου διηγήθηκε φίλος που ζει σε ένα τέτοιο κράτος.
«Η κυβέρνηση αποφασίζει να κατασκευάσει ένα δρόμο που θα καταστρέψει οικολογικά μία περιοχή. Η αντιπολίτευση και ο αντιπολιτευόμενος τύπος κριτικάρουν ως εξής: Ο δρόμος δεν πρέπει να έχει τόσες πολλές στροφές όπως προγραμματίζει η κυβέρνηση ή ο δρόμος πρέπει να έχει καλύτερο φωτισμό».
Καμία αναφορά για τις καταστρεπτικές συνέπειες της κατασκευής του δρόμου. Αν κάποιος πει ή γράψει ή αμφισβητήσει την χρησιμότητα του δρόμου ή χειρότερα καταγγείλει την επερχόμενη οικολογική καταστροφή τον έφαγε το «μαύρο σκοτάδι».
Η δικαιοσύνη σ’ αυτά τα κράτη απλά δεν λειτουργεί. Η φυλάκιση δεν προϋποθέτει αναγκαστικά και δίκη.

Στην Ελλάδα δεν έχουμε τέτοιες συνθήκες ούτε φυλακίσεις χωρίς δίκη επειδή κάποιος είπε ή δημοσίευσε κάτι εναντίον της κυβέρνησης. Εδώ η δικαιοσύνη λειτουργεί. Δεν υπάρχουν φυλακίσεις ή διώξεις αντικαθεστωτικών.
Το Ελληνικό πρόβλημα είναι ότι το σύστημα εξουσίας έχει παράξει ένα συνονθύλευμα νόμων που προωθεί την ατιμωρησία «δένοντας» τα χέρια των δικαστών. Σ’ αυτό συντείνει και η συντεχνιακή αντίληψη των πολιτικών που ο λαός λέει «κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει».
Ο συνδικαλισμός είναι ελεύθερος μόνο που η ηγεσία του κομματοκρατείται.
Οι διαδηλώσεις και οι κινητοποιήσεις είναι ελεύθερες μόνο που οι «γνωστοί άγνωστοι» φροντίζουν για την «αμαύρωσή» τους.
Το Ελληνικό πρόβλημα είναι ότι η δημοκρατία δεν λειτουργεί σωστά και τα λεγόμενα «λαμόγια» εκμεταλλευόμενα τις αδυναμίες ελέγχου ή δωροδοκώντας τους πολιτικούς απομυζούν τον ιδρώτα του λαού.
Αν στην Ελλάδα έρθει η πολυπόθητη κάθαρση του οικονομικοπολιτικού κατεστημένου η χώρα θα μπορέσει να βαδίσει σε πορεία ανάπτυξης και να καλυτερεύσει το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων.
Ας αφήσουν λοιπόν τη επαναστατική «γυμναστική», όσοι προβλέπουν εξεγέρσεις και επαναστάσεις στην Ελλάδα. Αυτοί που τα γράφουν από άγνοια ας φροντίσουν να ενημερωθούν και αυτοί που τα γράφουν σκόπιμα εξυπηρετούν αλλότρια συμφέροντα. Η προσπάθεια επιβολής χάους στην Ελλάδα είναι αντεθνική πράξη. Τις απαραίτητες αλλαγές οφείλουμε να τις κάνουμε με νηφαλιότητα και σύνεση. Η λαϊκή πίεση για την κάθαρση πρέπει να ενταθεί μέχρι οι ηγέτες των κομμάτων να την κάνουν πράξη ή να μας αδειάσουν την γωνιά. Η αντικατάστασή τους είναι θέμα χρόνου για τον λαό και «ουδείς αναντικατάστατος».
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΔΙΕΞΟΔΑ.

Νέο τεράστιο κοίτασμα νοτίως της Κρήτης, απόδοσης περίπου 170 δισ. ευρώ!!!


  • Του Διονύση Νίκα
Μείζον θέμα και περαι τέρω τριβή ανάμεσα στις σχέσεις Τουρ κίας – Ελλάδος ανα μένεται να προκύψει με τα κοιτάσματα πε τρελαίου που υπάρ χουν νοτίως της Κρήτης, αλλά και κοντά στο Καστελόριζο και την Κύπρο, μια περιοχή που η Τουρκία εδώ και χρόνια διεκδικεί, γνωρίζοντας προφανώς την ύπαρξη μεγάλων και εκμεταλλεύσιμων πετρελαϊκών κοιτασμάτων.
Οι πληροφορίες από το Ερζερούμ λένε πως Παπανδρέου και Ερντογάν συνομίλησαν για τα θέματα του Αιγαίου, όπως και για το πετρέλαιο. Τα αποτελέσματα των συνομιλιών δεν έγιναν γνωστά στους δημοσιογράφους, όμως είναι βέβαιο πως το θέμα των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυ σικού αερίου νοτίως της Κρήτης και γύρω από το Καστελόριζο είναι ένα «αγκάθι» για την ελληνική πολι τική ηγεσία, καθώς η Τουρκία διεκδικεί εδώ και πολλά χρόνια ένα «κομμάτι από την πίτα» του Αιγαίου.
Επομένως, μιλάμε για ενδεχόμενη συνεκμετάλλευση του Αιγαίου με ταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Θυμίζουμε πως η Τουρκία έχει ήδη οριοθετήσει αυθαίρετα την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) την οποία διεκδικεί μεταξύ Καστελόριζου και Κύπρου, καθώς επίσης έχει ορίσει επί χάρ του τρεις περιοχές έρευνας για την Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων (ΤΡΑΟ) από το 2007.

Το πετρέλαιο στη Νότια Κρήτη
Ο καθηγητής Γεωλογίας του Πανεπιστημί ου Κρήτης, Γ. Φώσκολος, ο οποίος είναι και σύμβουλος της καναδικής κυβέρνησης στην αναζήτηση και εκμετάλλευση γαιανθράκων, έχει δηλώσει σε δημοσιογράφους την ύπαρξη πλούσιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην ευρύτερη περιοχή γύρω από την Κρή τη, κυρίως στη νότια πλευρά της. «Υπάρχουν τρεις περιοχές κοντά στην Κρήτη, με τεράστια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η μια είναι νοτιοανατολικά της Κρήτης και αυτή είναι που γνωρίζουμε περισσότερο, με βάση τα νέα στοιχεία από τη Γεωλογική Υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών και τη Γεωλογική Υπηρεσία της Γαλλίας. Έχουμε επίσης μια άλ λη, που είναι νοτίως της Κρήτης, κάτω από τη Μεσσαρά. Και υπάρχει επιπλέον ένα σημείο που είναι κοντά, προς τη Λιβύη. Είναι τρεις διαφορετικές περιοχές οι οποίες έχουν απο θέματα. Μπορώ να μιλήσω μόνο για το ένα απόθεμα με πιθανότητα 50%, διότι αυτή τη στιγμή δεν έχουμε πολλά στοιχεία. Το υπολο γίζω μεταξύ ενός και τριών τρισεκατομμυρίων κυβικών φυσικού αερίου. Και τονίζω φυσικό αέριο, διότι υπάρχει μια ευαισθησία από την κυβέρνηση όταν ακούει πετρέλαιο, που δη μιουργεί εμπλοκές για το περιβάλλον. Με το φυσικό αέριο δεν έχουμε αυτές τις επιπτώσεις. Το φυσικό αέριο είναι καθαρό, δεν πρόκειται να μολύνει, και θα δείξω επίσης πόσο φυσικό αέριο χάνεται κάθε χρόνο επί 60 εκατομμύρια κυβικά μέτρα από την Κρήτη, νοτίως του νη σιού. Τα 3 τρισεκατομμύρια αντιστοιχούν σε ισοδύναμο πετρέλαιο, γύρω στα 19 δισεκατομμύρια βαρέλια. Ισοδυναμούν δηλαδή με μια Αλάσκα.
Υπάρχει λοιπόν νοτιοανατολικά της Κρήτης μια… Αλάσκα, η οποία μπορεί να φέρει αναλογία 20% στην ελληνική κυβέρ νηση και 80% να πάρουν οι επιχειρήσεις που θα κάνουν την εκμετάλλευση. Θα αφήσει δη λαδή ένα κέρδος σε ευρώ της τάξης των 170 δισ. ευρώ» επισημαίνει ο κύριος Φώσκολος και συμπληρώνει: «Εκτός βεβαίως και από τις δουλειές που θα δημιουργηθούν στην Κρήτη, θα δουλέψουν επίσης όλα τα ναυπηγεία, Σκα­ραμαγκά, τα Νεώρια της Σύρου, θα δώσουμε δουλειά επίσης στους χημικούς μηχανικούς, θα αναπτυχθεί όλη η χημική βιομηχανία.
Γιατί το φυσικό αέριο είναι η πρώτη ύλη με την οποία κάνουμε λιπάσματα, φάρμακα και βεβαίως όλες οι εταιρείες δίνουν και ένα ποσοστό στα Ανώτατα Ιδρύματα, όπως π.χ. έδωσε τώρα η BP στη Λιβύη στο Πολυτεχνείο Τρίπολης 50 εκατομμύρια. Καταλαβαίνετε ότι αυτά τα χρήματα που έρχονται είναι τεράστια και θα δημιουργηθεί μια ανακούφιση».
Γι’ αυτό πήγε η Μέρκελ στην Κύπρο.
Θυμίζουμε πως και η καγκελάριος Μέρκελ επισκέφτηκε την Κύπρο, αμέσως μόλις ανα κοινώθηκαν οι ανακαλύψεις μεγάλων κοι τασμάτων αερίου σε θαλάσσια περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, επιβεβαιώνοντας ότι η ευρύτερη περιοχή μας βρίσκεται στο επί κεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος για τον ορυκτό της πλούτο.
Ο υφυπουργός Ενέργειας Γιάννης Μα νιάτης σε δηλώσεις του έχει παραδεχθεί πως βάσει των υφιστάμενων επίσημων στοιχείων, η περιοχή του Ιονίου παρουσιάζει σε ορισμέ να σημεία «σημαντικό ενδιαφέρον», όπως επίσης και η περιοχή του λιβυκού πελάγους και της ευρύτερης περιοχής μεταξύ Κρήτης, Κύπρου και Αιγύπτου.
«Οι ομοιότητες ωστόσο στα γενικότερα χαρακτηριστικά, με κανέναν τρόπο δεν δίνουν βεβαιότητες εκτίμησης ποσοτήτων υδρογονανθράκων, αν δεν γίνουν οι σωστές έρευνες» κατέληξε.

Εφημερίδα: ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ – ΣΕΛ.12 – 16.01.2011

Η τελευταία έκθεση του Ιδρύματος Carnegie για τις σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ


Τη θεσμοθέτηση τακτικών συναντήσεων κορυφής Τουρκίας και Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης, ενός «στρατηγικού διαλόγου» Βρυξελλών και ‘Αγκυρας, από τον οποίο θα αποκλεισθούν προκαταβολικά θέματα όπως το κυπριακό και οι τουρκικές απειλές κατά της Ελλάδας, και τη σχεδόν πλήρη συμμετοχή της Τουρκίας στις δραστηριότητες άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ προτείνει με έκθεσή του για τις ευρωτουρκικές σχέσεις το Carnegie Endowment, το σημαντικότερο ίσως think tank των Ηνωμένων Πολιτειών για θέματα εξωτερικής πολιτικής. Η έκθεση φέρει τον τίτλο «Ο δρόμος μπροστά για την Τουρκία και την ΕΕ. ‘Ενας στρατηγικός διάλογος για την Εξωτερική Πολιτική». Την έκθεση του αμερικανικού ιδρύματος υπογράφουν οι Heather Grabbe, επικεφαλής του ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Ανοιχτής Κοινωνίας (Σόρος) και Sinan Ulgen, πανεπιστημιακός από την Τουρκία.
Η διαδικασία που προτείνει το αμερικανικό ινστιτούτο θα είναι συμπληρωματική και υποβοηθητική, όχι αντίθετη, με την εν εξελίξει ενταξιακή διαπραγμάτευση ΕΕ-Τουρκίας και θα χρησιμεύει ως ένα χρήσιμο by-pass της, για να προωθηθούν ιδίως θέματα στρατηγικής συνεργασίας σε περιφερειακές διαμάχες, εν αναμονή ξεμπλοκαρίσματος της τουρκικής ενταξιακής πορείας που έχει τώρα «κολλήσει» στην άρνηση της ‘Αγκυρας να ανοίξει τα λιμάνια και αεροδρόμιά της στα κυπριακά σκάφη και το βέτο που έχει θέσει η Κυπριακή Δημοκρατία, ήδη επί Προεδρίας Παπαδόπουλου, σε αριθμό κεφαλαίων.
Ταυτόχρονα, η έκθεση του Carnegie ζητά να επισπευσθεί τουλάχιστο το άνοιγμα του κεφαλαίου 23 για τα ζητήματα δικαστηρίων και θεμελιωδών δικαιωμάτων και το κεφάλαιο 15 για την ενέργεια. Για το άνοιγμα των δύο αυτών κεφαλαίων ασκούνται και αναμένονται να ασκηθούν ακόμα μεγαλύτερες πιέσεις στον Πρόεδρο Χριστόφια.
Αν όλα αυτά γίνουν, τότε η Τουρκία θα απολαύσει από τώρα μεγάλο μέρος των δυνατοτήτων και δικαιωμάτων που έχουν τα μέλη της ΕΕ, καθιστάμενο όχι απλά μέλος, αλλά μέλος με βαρύνοντα λόγο στην εξωτερική-αμυντική και ενεργειακή πολιτική της Ευρώπης, χωρίς τις αντίστοιχες υποχρεώσεις. Θα απαλλαγεί επίσης από οποιαδήποτε υποχρέωση στα ελληνοτουρκικά και το κυπριακό, με την Αθήνα και τη Λευκωσία να μην μπορούν να θέσουν κανένα από τα ζητήματα ασφαλείας που τους δημιουργεί ως προϋποθέσεις περαιτέρω προόδου. Θα καταστεί επίσης πολύ δυσχερέστερο απότι σήμερα, με το σύνολο των δεσμών που σταδιακά υφαίνουν Βρυξέλλες και ‘Αγκυρα να ειπωθεί από την ΕΕ το ‘Όχι στην τουρκική ένταξη, που επιθυμεί να πει μερίδα του ευρωπαϊκού πολιτικού προσωπικού και η πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών. Ακόμα όμως και αν δεν ενταχθεί τελικά η ‘Αγκυρα, θα έχει δημιουργηθεί ένα πλέγμα σχέσεων Τουρκίας-ΕΕ, που θα εμπλέκει επαρκώς τις δύο πλευρές αμοιβαία και προφανώς αποτελεί τη δεύτερη καλύτερη εναλλακτική για τις ΗΠΑ, που ελπίζεται να μη συναντήσει τα εμπόδια της καθεαυτό ένταξης.
Τέτοιο μοντέλο έχει εμφανισθεί επίσης με το Ισραήλ, στο οποίο, χωρίς καν να υπάρχει επισήμως, προοπτική ένταξης στην ΕΕ, έχουν αναγνωρισθεί, με σειρά συμφωνιών αρκετές από τις οποίες παρέμειναν μυστικές, ή πάντως δεν έτυχαν δημόσιας εξέτασης, πολλά από τα δικαιώματα συμμετοχής στις διαδικασίες της ΕΕ, που επιφυλάσσονται μόνο για τα μέλη.
Αξίζει να υπενθυμίσουμε, στο σημείο αυτό, ότι πρόταση για τη σύγκληση συνάντησης κορυφής Τουρκίας-ΕΕ, εκτός από το Carnegie, έχει διατυπώσει και ο ‘Ελληνας Υπουργός Εξωτερικών Δημήτρης Δρούτσας. Σε αντίθεση όμως με το πιο μακροχρόνιο και θεσμοποιημένο πλαίσιο των συναντήσεων κορυφής, όπως το σκιαγραφεί το αμερικανικό ίδρυμα, ο κ. Δρούτσας προτείνει μια συνάντηση με ρητό αντικείμενο τον αποσαφήνιση της ίδιας της ενταξιακής προοπτικής της ‘Αγκυρας και ενός νέου «οδικού χάρτη».
Δεν χρειαζόταν να έρθει η έκθεση, αλλά κι αυτή μας υπενθυμίζει με τον τρόπο της τη μεγάλη αντίφαση στην οποία, εκτιμούν υψηλόβαθμα στελέχη του Υπουργείου Εξωτερικών, έχουν εγκλωβιστεί Αθήνα και Λευκωσία. Υποστηρίζουν με φανατισμό την (αγγλοαμερικανικής προελεύσεως και μη δημοφιλή μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών) ιδέα της συμμετοχής της Τουρκίας στην ΕΕ, με μια σχεδόν μεταφυσική πεποίθηση ότι θα βελτιώσει τις σχέσεις με την ¨Αγκυρα. ¨Όπως αποδεικνύουν όμως, αν μη τι άλλο, οι διαρκείς διελεύσεις τουρκικών μαχητικών πάνω από τα ελληνικά νησιά, οι ευεργετικές συνέπειες αυτής της πολιτικής, χάρι στην οποία κερδίζουμε την αντιπάθεια του Βερολίνου και του Παρισιού, παραμένουν αόρατες. Αθήνα και Λευκωσία, υποστηρίζουν τα ίδια στελέχη του Υπουργείου Εξωτερικών, πρέπει επιτέλους να αποφασίσουν: είναι η Τουρκία ή δεν είναι δύναμη στρατιωτικής κατοχής στην Κύπρο και απειλής στο Αιγαίο, ή είναι φίλη χώρα με την οποία μας χωρίζουν κάποιες μικροπαρεξηγήσεις και να ενεργήσουν ανάλογα. Πόσο μάλλον που το ζήτημα της συμμετοχής ή όχι της Τουρκίας στην ΕΕ και των σχέσεων της ¨Αγκυρας μαζί της θα έχει καθοριστική σημασία για τα δύο ελληνικά κράτη.
Carnegie, think tanks και «ΜΚΟ»
. Το Carnegie, όπως προαναφέραμε, είναι ένα από τα σημαντικότερα, ίσως το σημαντικότερο think tank των ΗΠΑ σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Από τα «σπλάχνα» του έχουν προκύψει μια σειρά διεθνών «μη κυβερνητικών» οργανώσεων (που χρηματοδοτούνται πάντως γενναία από κυβερνήσεις, όπως και από μεγάλες πολυεθνικές) και οι οποίες έχουν περισσότερες ελευθερίες από το Carnegie να διαμορφώνουν πλαίσια πολιτικής για τις επί τόπου ατλαντικές δυνάμεις του πλανήτη. Η πιο γνωστή από αυτές τις δήθεν ΜΚΟ, είναι η International Crisis Group, που σχεδιάστηκε από ανθρώπους του Carnegie με «μαμή» τον Τζωρτζ Σόρος και θεωρείται σήμερα κύριος άτυπος «σύμβουλος» του ΝΑΤΟ. Η ICG ήταν ο αρχιτέκτονας του πολέμου στο Κόσοβο με διακηρυγμένο σκοπό από την αρχή την απόσπαση της επαρχίας αυτής από τη Σερβία. Μετά το δημοψήφισμα του 2004 στην Κύπρο, η ICG εκπόνησε και δημοσίευσε ένα σχέδιο «άρσης του αδιεξόδου» στο κυπριακό, που περιελάμβανε την αντικατάσταση Παπαδόπουλου, την αποκήρυξη του ενιαίου αμυντικού δόγματος, την άρση του «αποκλεισμού» των κατεχομένων και την επαναφορά παραλλαγής του Σχεδίου Ανάν. Με τους ίδιους κύκλους συνδέεται επίσης μια άλλη φιλόδοξη ΜΚΟ, το European Council of Foreign Relations, που σε έκθεσή του, το 2007, χαρακτήριζε Ελλάδα και Κύπρο «Δούρειους ‘Ιππους» της της Ρωσίας στην ΕΕ!
Πρόκειται για ένα νεφέλωμα οργανώσεων, που, ξεκινώντας από την Ουάσιγκτων διακτινίζεται σε όλο τον πλανήτη, περίπου ως άτυπη «Διεθνής της Αυτοκρατορίας» – η ICG π.χ. διαθέτει παρατηρητήρια σε 60 χώρες. Στις ίδιες τις ΗΠΑ, αυτά τα think tank διασφαλίζουν τη στρατηγική συνέχεια της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που δεν είναι πάντα εύκολο να εξασφαλισθεί από ένα πολιτικό και κρατικό σύστημα που υπόκειται σε μορφές δημόσιου ελέγχου και εναλλαγής στην εξουσία. Εκτός ΗΠΑ, εξασφαλίζει (συχνά και με τη χρήση διαφόρων «ιθαγενών», δήθεν εθνικών ινστιτούτων εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής), τη συγκεκριμενοποίηση και εφαρμογή των τακτικών που θα εξυπηρετήσουν τις στρατηγικές επιδιώξεις. Οι δήθεν ΜΚΟ δεν έχουν τις δεσμεύσεις και «ανελαστικότητες» και δεν υπόκεινται στους ελέγχους των δημόσιων φορέων. Ο πολλαπλασιασμός ατύπων οργανισμών χάραξης
και εφαρμογής πολιτικής εντάσσεται στη γενικότερη τάση ιδιωτικοποίησης του κράτους, περιλαμβανομένης της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, που αποτελεί, εδώ και 40 χρόνια, το «μεγάλο όραμα» της επελαύνουσας στον πλανήτη «νεοφιλελεύθερης (αντ)επανάστασης».
Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι αυτό το νεφέλωμα ανθρώπων, δικτύων και οργανώσεων, που συνιστά το ευρωτλαντικό λόμπυ έχει ως κύρια επιδίωξη την «ενότητα της Ατλαντικής Συμμαχίας», όπως αποκαλεί ευσχήμως την αποτροπή και της παραμικρής ευρωπαϊκής φιλοδοξίας αυτονόμησης από ΝΑΤΟ και ΗΠΑ. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι που πρωταγωνίστησαν στη δημιουργία της ICG, στήριξαν την απόρριψη από τους Μουσουλμάνους της Βοσνίας σχεδίου καντονοποίησης που είχε καταρτίσει η ΕΕ, προκειμένου να μην λύσουν οι Ευρωπαίοι το βοσνιακό, αλλά να ανοίξει ο δρόμος για τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ και την υπό αμερικανική διεύθυνση διάσκεψη του Ντέιτον.
Νέα ευρωτουρκική δομή
Ανεξαρτήτως προόδου στα τουρκοενταξιακά, Τουρκία και ΕΕ πρέπει, κατά την έκθεση, να εντατικοποιήσουν και συστηματοποιήσουν τη συνεργασία τους σε τομείς-κλειδιά, και, πρώτα από όλα, στην εξωτερική και την πολιτική ασφάλειας. Μια καλή βάση γι¨αυτό είναι ο διάλογος και η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ της Λαίδης ¨Αστον και του Αχμέτ Νταβούτογλου, γύρω από τα θέματα Μέσης Ανατολής, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Καυκάσου και Βαλκανίων. Ο διάλογος αυτός πρέπει να διευρυνθεί με τη συμμετοχή των ΥΠΕΞ της ΕΕ και ανώτερων διπλωματών. Κατ¨ ουσίαν, ο διάλογος αυτός θα υποκαταστήσει τη διαπραγμάτευση επί των κεφαλαίων 30 και 31 (εξωτερικά και αμυντικά), που προσκρούει στα ελληνοτουρκικά και το κυπριακό
Η έκθεση προειδοποιεί ρητά εναντίον τυχόν υιοθέτησης τριμερούς φόρμουλας ΕΕ-Ρωσία-Τουρκία. Είναι σαφές ότι, ακόμα και αν χρειάζεται να το πουν περιφραστικά και επικαλούμενοι ότι πρόσχημα μπορούν να βρουν, για τους συντάκτες η μεν Τουρκία είναι πολύτιμος δυτικός σύμμαχος, η δε Ρωσία δυνητικός αντίπαλος. Στη γλώσσα της ίδιας της έκθεσης: “Η Τουρκία είναι περισσότερο από ΅στρατηγικός εταίρος΅, το καθεστώς δηλαδή που η ΕΕ έχει αποδώσει στη Ρωσία”
Η έκθεση τονίζει ότι η στενή οικονομική και διπλωματική συνεργασία στη Μέση Ανατολή θα ωφελήσει τόσο τους Ευρωπαίους, όσο και τους Τούρκους. Παράλληλα, ένας δομημένος διάλογος για την εξωτερική πολιτική θα συμβάλει στην απορρόφηση των απογοητεύσεων της ενταξιακής διαδικασίας. Η ¨Αγκυρα, υπογραμμίζει η έκθεση, θα κερδίσει έναν ρόλο στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής, ιδιαίτερα για τις περιοχές που είναι γειτονικές προς την Τουρκία. ¨Ενας ισχυρός διάλογος Τουρκίας-ΕΕ θα συμβάλει στη μείωση του φόβου ότι η ¨Αγκυρα απομακρύνεται από τη Δύση.
Ο δομημένος διάλογος θα πρέπει να πάρει τη μορφή:
- ετήσιας συνάντηση κορυφής για στρατηγικά θέματα, που θα οργανώσει ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με συμμετοχή του Προέδρου και του Πρωθυπουργού της Τουρκίας
- θεσμοθετημένου διάαλόγου των 27 ΥΠΕΞ με τον Τούρκο για μισή ή μία μέρα, δύο φορές τον χρόνο και μάλιστα προτού συναντηθούν μεταξύ τους οι 27, στις λεγόμενες συναντήσεις Gymnich. Εφιστάται η προσοχή της Λαίδης ¨Αστον να επιβάλλει σιδηρά πειθαρχία και να μην επιτρέπει να εισπηδούν στην συζήτηση διμερή θέματα (λέγε με Ελλάδα ή Κύπρο)
- συναντήσεων εργασίας, που θα εμπλέκουν τους 27 πολιτικούς διευθυντές των Υπουργείων Εξωτερικών. Είναι χρήσιμη η τουρκική πρόταση τακτικού διαλόγου με την Πολιτική και Επιτροπή Ασφάλειας, πόσο μάλλον που η Επιτροπή αυτή θα ασχολείται συστηματικά με ζητήματα περιοχών όπου η Τουρκία επιδιώκει μεγαλύτερη ανάμειξη, όπως τα Βαλκάνια. Η “διαχείριση κρίσεων και επέμβαση” στα Βαλκάνια, είναι ένας από τους “τομείς-κλειδια΄του στρατηγικού διαλόγου” κατά το έγγραφο.
Συνεργασία στην ¨Αμυνα και Ασφάλεια
Η έκθεση διεκτραγωδεί δια μακρών τις δυσκολίες που έχουν προκαλέσει σε αυτό τον τομέα τα αμοιβαία βέτο Τουρκίας και Κύπρου και εισηγείται:
- Ανάμειξη της ¨Αγκυρας στον σχεδιασμό, εφαρμογή και παροχή δυνάμεων για επιχειρήσεις υπό την ΕΕ
- Πλήρη και εντατική συμμετοχή της Τουρκίας στις διαβουλεύσεις της CDSP, ιδίως στο επίπεδο του Πολιτικού και Συμβουλίου Ασφάλειας και της Στρατιωτικής Επιτροπής
- Διαβούλευση με την Τουρκία όταν η ΕΕ αντιμετωπίζει δράση κοντά στην Τουρκία ή σε περιοχές στρατηγικής σημασίας για αυτή
- Κατάργηση διάκρισης στρατιωτικών και πολιτικών επιχειρήσεων και αυξημένες διμερείς επαφές για διαχείριση κρίσεων
- Τουρκική παρουσία στο αρχηγείο επιχειρήσεων της ΕΕ, εφόσον η Τουρκία συμβάλει
- Τουρκική συμμετοχή στο έργο της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Υπηρεσίας
- Συμφωνία Ασφάλειας Τουρκίας και ΕΕ για το μοίρασμα πληροφοριών και την ασφάλεια επικοινωνιών
- Δημιουργία Επιτροπής Συμβαλλόντων στις επιχειρήσεις στο επιχειρησιακό πεδίο που θα αποφασίζει για την καθημερινή διαχείριση και τον στρατηγικό προσανατολισμό της επιχείρησης κλπ.
Αν διερωτάσθε κατά πόσον η Λαίδη ¨Αστον θα έχει το δικαίωμα να φτερνίζεται χωρίς να εγκρίνει την ενέργεια αυτή ο Πρωθυπουργός Ερντογάν, ο Πρόεδρος; Γκιουλ και το Γενικό Επιτελείο, σας απαντούμε ευθέως ότι δεν το γνωρίζουμε, γιατί η έκθεση δεν το διευκρινίζει.
Και η ενταξιακή πορεία;
Η έκθεση του Carnegie δεν παραλείπει να αναφέρει τα εμπόδια που έχουν προκληθεί στην τουρκική ενταξιακή διαδικασία εξαιτίας ιδίως του άλυτου κυπριακού και της άρνησης της ¨Αγκυρας να εφαρμόσει το τελωνειακό πρωτόκολλο. Βεβαίως, ουδεμία αναφορά γίνεται στις τουρκικές ευθύνες ή στην εξωφρενική κατάσταση μιας υποψήφιας χώρας μέλους που κατέχει στρατιωτικά έδαφος ενός κράτους της ΕΕ το οποίο μάλιστα δεν αναγνωρίζει. Στην πραγματικότητα, το παράδοξο δεν είναι που δεν ανοίγουν τα μισά κεφάλαια της διαπραγμάτευσης, παράδοξο είναι ότι άρχισαν υπό αυτές τις συνθήκες οι διαπραγματεύσεις, Παράδοξο αρκούντως εξευτελιστικό για την ΕΕ, όπως και για την Ελλάδα και την Κύπρο.
Ανεξαρτήτως καθυστερήσεων πάντως, η έκθεση ξεκαθαρίζει ότι, παρά τα κυπριακά εμπόδια, τις διενέξεις με το Ισραήλ, τα γαλλογερμανικά εμπόδια, η ένταξη της ‘Αγκυρας παραμένει κεντρική επιδίωξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο χρόνος λειτουργεί υπέρ της ένταξης, υποστηρίζει η έκθεση, που υποστηρίζει ότι μπορούν να συμβούν διάφορα, όπως μια λύση του κυπριακού (δεν κάνει όμως καμία μνεία του πως ελπίζει ότι θα επέλθει) ή μια αλλαγή Προέδρου στο Παρίσι το 2012.
Η πιθανότητα να ενταχθεί η Τουρκία στην ΕΕ μοιάζει πολύ απομακρυσμένη σήμερα. Δεν πρέπει όμως κανείς να υποτιμά αφενός τον θεσμικό αυτοματισμό της ΕΕ, αφετέρου τις δυσκολίες που έχει οποιοδήποτε μέλος της ΕΕ να πει ένα ξεκάθαρο όχι. ¨Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο Επίτροπος Μπολκενστάιν, φεύγοντας θυμωμένος από τη συνεδρίαση της Κομισιόν που αποφάσισε την ανακήρυξη της Τουρκίας, σε υποψήφια για την ΕΕ, “η Ευρώπη έχει χάσει την ικανότητα να λέει όχι”
Να θυμίσουμε στο σημείο αυτό ότι τόσο ο Ομπάμα, όσο και ο Υπουργός ‘Αμυνας Γκέιτς, απαντώντας το 2010 στα αντιτουρκικά σχόλια με αφορμή τη στροφή προς το Ιράν και τη σύγκρουση στη Γάζα, κατηγόρησαν τους Ευρωπαίους ότι ευθύνονται για την ανατολική στροφή της ‘Αγκυρας, κωλυσιεργώντας να υποδεχθούν την Τουρκία στην αγκαλιά τους.
Παρά την ανησυχία της Ουάσιγκτων και του Ισραήλ για τις αναπτυσσόμενες σχέσεις της ‘Αγκυρας με την Τεχεράνη, τη Μόσχα, τη Χαμάς και τη Χεζμπολά, οι ΗΠΑ δεν μπορούν εύκολα να πουν «χάσαμε την Τουρκία» και να ενεργήσουν ανάλογα, χωρίς τον κίνδυνο να βρεθούν απομονωμένες, κατά τρόπο που δεν βρέθηκαν ποτέ, σε όλο τον αραβομουσουλμανικό κόσμο. Θα ήταν άλλωστε επιπόλαιο να συμπεράνουν από τώρα «ότι έχασαν την Τουρκία». Πολλοί παρατηρητές πιστεύουν μάλιστα ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, ο Ερντογάν είπε στο Ισραήλ αυτά που ήθελε να πει ο Ομπάμα αλλά δεν μπορούσε. Το ισραηλινό λόμπυ παραμένει πάντα ισχυρότατη συνιστώσα του αυτοκρατορικού πυρήνα εξουσίας, η πολιτική όμως ενός Ισραήλ που, διπλωματικά απομονωμένο περισσότερο από ποτέ άλλοτε στην ιστορία του, κυβερνώμενο ουσιαστικά από την άκρα δεξιά, ονειρευόμενο διαρκώς νέους πολέμους, έχει δημιουργήσει τεράστια υπόκωφη αντιπάθεια, αλλά και σοβαρές διαμάχες στο εσωτερικό του ισχυρότατου εβραϊσμού της διασποράς. (Φαινόμενα που πρέπει επίσης να πάρουν υπόψιν τους διάφοροι φιλόδοξοι, αλλά απλοϊκοί «σχεδιαστές» πολιτικής στη Λευκωσία, υπογραμμίζουν πεπειραμένοι διπλωμάτες.)
Η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ θεωρείται πάντα από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία ο αποτελεσματικότερος τρόπος να “δεθεί” η ¨Αγκυρα στις δυτικές πολιτικές δομές, να δοθεί η χαριστική βολή σε κάθε λανθάνουσα ευρωπαϊκή φιλοδοξία αληθινής πολιτικής ένωσης και χειραφέτησης από την Ουάσιγκτων. Συνολικά, η διεύρυνση της ΕΕ έχει μέχρι τώρα αποβεί το κεντρικό εργαλείο των ΗΠΑ για τη γεωπολιτική εξάρτηση της Ευρώπης από το ΝΑΤΟ και των νεοφιλελεύθερων, που επιδιώκουν, με τη συμπερίληψη όλο και ευρύτερων χωρών χαμηλού εργατικού κόστους, αντί να κάνουν τη Βουλγαρία Ελλάδα και την Ελλάδα Γαλλία, να πετύχουν το αντίστροφο, να διαλύσουν το κοινωνικό κράτος και τον πολιτισμό της Ευρώπης, όπερ και καταφέρνουν μέχρι τώρα, με τίμημα τη μεγαλύτερη κρίση της ΕΕ από την ίδρυσή της.
Τώρα γιατί στην Ελλάδα, πολλές βιομηχανίες της οποίας μετανάστευσαν στη Βουλγαρία μετά την ένταξη της τελευταίας, δεν έγινε ποτέ καμία σοβαρή συζήτηση για τη σκοπιμότητα της διεύρυνσης, ανάγεται μάλλον στην γνωστή ελληνική παθολογία. Ο κ. Δρούτσας πάντως, εκτός από τη συνάντηση
Κορυφής Τουρκίας-ΕΕ, προτείνει και συνάντηση κορυφής για τα δυτικά Βαλκάνια, το 2014, επί ελληνικής προεδρίας, τη “Θεσσαλονίκη ΙΙ”. Οι προτάσεις αυτές του επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας έχουν εντυπωσιάσει τους πάντες, ιδίως στην Ευρώπη όπου, αντιμέτωποι με τη σοβαρότατη κρίση της υπάρχουσας ΕΕ, το μόνο για το οποίο δεν θέλουν να ακούνε, είναι για την ένταξη νέων μελών!
Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος / Κόσμος του Επενδυτή (8 Ιανουαρίου 2010)
H έκθεση εδώ (.pdf)

Το ζήτημα της αποστρατικοποίησης των νήσων του Αιγαίου και η τουρκική απειλή


Μία προσεκτική παρατήρηση στον χάρτη της γεωγραφικής θέσης των νησιών του ανατολικού Αιγαίου, αλλά και γενικότερα της γεωπολιτικής θέσης των δύο χωρών, είναι κάτι παραπάνω από επαρκής για να κατανοήσουμε τους λόγους που η τουρκική διπλωματία διεκδικεί την αποστρατικοποίηση των νησιών, αλλά κυρίως να αντιληφθούμε την στρατιωτική απειλή που ελλοχεύει για τα νησιά μας και ακολούθως για την ενδοχώρα. Σε ενδεχόμενη ελληνοτουρκική σύρραξη, το κύριο θέατρο των επιχειρήσεων θα είναι ο ευρύτερος χώρος του Αιγαίου και δευτερευόντως η Θράκη και η Κύπρος. Και αυτό, διότι η γεωγραφική θέση εν προκειμένω, ορίζει αναπόφευκτα το πεδίο όπου θα κριθεί ο πόλεμος, ακόμα κι αν η Ελλάδα είχε αποφασίσει να κρατήσει για τον εαυτό της τον ρόλο του επιτιθέμενου. Επίσης, η περιορισμένη διάρκεια των εχθροπραξιών που επιτείνει τον στόχο για την όσο το δυνατόν ταχύτερη δημιουργία τετελεσμένων, καθώς και η στρατηγική σημασία του Αιγαίου Πελάγους για την Τουρκία, προεξοφλούν το πεδίο όπου θα διεξαχθεί και κριθεί η έκβαση του ελληνοτουρκικού πολέμου.
Γεωστρατηγικά, η Ελλάς έχει να αντιμετωπίσει ένα σημαντικό συγκριτικό μειονέκτημα. Η Τουρκία αποτελείται κατά 97% από μία συμπαγή γεωγραφική ενότητα μήκους έως και 1500 χλμ, ενώ μόλις 3% της συνολικής  της επικράτειας διαχωρίζεται από τον γεωγραφικό αυτό κορμό (Αν. Θράκη, Ίμβρος, Τένεδος). Απέναντι σ’ αυτόν τον ολότμητο όγκο, η Ελλάδα αντιπαραβάλλει το Αν. Αιγαίο και τα Δωδεκάνησα, δηλαδή, χιλιάδες νησιά (κατοικημένα και μη), νησίδες και βραχονησίδες όπου απέχουν κυριολεκτικά ελάχιστα από τη μικρασιατική ακτή και εκατοντάδες χλμ από την ελληνική ενδοχώρα. Το συγκριτικό μειονέκτημα της Ελλάδας έγκειται σ’ αυτήν ακριβώς την κατάτμηση της επικράτειάς της και στην αναγκαιότητα να υπερασπίσει αποτελεσματικά χιλιάδες «κομμάτια γης» με περιορισμένο έως ελάχιστο στρατηγικό βάθος και δυνατότητα ελιγμών. Επιπροσθέτως, η  μορφή του σύγχρονου πολέμου -δικτυοκεντρικές, πληροφοριακές, ηλεκτρονικές και ταχυκίνητες-αεροναυτικές επιχειρήσεις-, και δη του επαπειλούμενου ελληνοτουρκικού, επιτείνει ως επί το πλείστον αυτό το γεωγραφικό μειονέκτημα.
Η γεωγραφική συνιστώσα, όμως, επιδράει καθοριστικά και στα επιτελικά σχέδια των δύο χωρών. Η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη το τακτικό της πλεονέκτημα -εγγύτητα στους στόχους, κατάτμηση των εχθρικών δυνάμεων και ασφαλής υποστήριξη από την ενδοχώρα- και πιθανότατα την πρωτοβουλία του πρώτου μαζικού πλήγματος, θα προσπαθήσει να δημιουργήσει τετελεσμένα καθ’ όλο το μήκος του Αιγαίου, επιδιώκοντας αρχικά τον κατακερματισμό των ελληνικών δυνάμεων και κατόπιν τη συγκέντρωση μεγάλου όγκου και ισχύς  πυρός στα σημεία-στόχους, ώστε να καταστεί ιδιαίτερα πιθανή και ταχεία η κατάληψη ελληνικών νησιών.
Πρώτα απ’ όλα, όμως, οι τουρκικές Ε.Δ. θα φροντίσουν να αμβλύνουν το δικό τους τακτικό μειονέκτημα, που δεν είναι άλλο από την έγκαιρη έξοδο του στόλου τους από τους ναυστάθμους και την πλεονεκτική ανάπτυξή του στις θαλάσσιες οδούς του Αιγαίου. Το ιδιότυπο καθεστώς του Αιγαίου με την ύπαρξη διεθνών χωρικών υδάτων ανάμεσα στα ελληνικά νησιά επιτρέπει στο TDK την έξοδό του στο κεντρικό και βόρειο Αιγαίο και το ναυτικό αποκλεισμό ελληνικών νησιών, καθοριστικής σημασίας παράγοντα για την απομόνωση νησιών και θαλάσσιων χώρων (εδώ ακριβώς έγκειται και η κύρια αμυντική συνδρομή της άσκησης του δικαιώματος επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στα 12 ν.μ.).
Ο αποκλεισμός των νησιών, όμως, προϋποθέτει πέραν του ελέγχου των θαλάσσιων οδών, την αεροπορική υπεροχή στην περιοχή-στόχο, καθώς και τον τοπικό αποκλεισμό των επικοινωνιών, ώστε να νεκρώσει η παροχή υποστήριξης και πληροφοριών προς και από τη στοχευθείσα περιοχή. Ακόμα κι αν η μάχη στους αιθέρες για την αεροπορική υπεροχή παραμένει αμφίβολη, η ΤΗΚ θα επιδιώξει την τοπική αεροπορική υπεροχή στις επιλεχθείσες περιοχές εμπλέκοντας αυξημένο αριθμό μαχητικών.
Την απομόνωση των νησιών θα ακολουθήσουν σφοδροί αεροπορικοί βομβαρδισμοί και εκτεταμένη χρήση Πυροβολικού από τα τουρκικά παράλια, ώστε ν’ ανοίξει ο δρόμος για συνδυασμένες αποβατικές επιχειρήσεις δια αέρος και θαλάσσης. Ο Τoυρκικός Στρατός έχει καταβάλλει φιλόδοξες προσπάθειες τα τελευταία χρόνια για τη δημιουργία ενός πολύ ισχυρού Πυροβολικού Μάχης. Θανάσιμη απειλή για τα νησιά μας αποτελούν οι κινεζικής κατασκευής πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών WS-1, ο τακτικός βαλλιστικός πύραυλος επιφανείας-επιφανείας B611 βεληνεκούς 150 χλμ., oι Πολλαπλοί Εκτοξευτές Πυραύλων (ΠΕΠ) MLRS με τους πυραύλους ATACMS, αλλά και οι τουρκικής κατασκευής ΠΕΠ T-122 και TR-107.
Καθοριστικό ρόλο στις επιχειρήσεις κατάληψης των νησιών θα διαδραματίσουν τα  ελικόπτερα -επιθετικά και μεταφορικά- και οι ειδικές δυνάμεις. Το περιβάλλον του Αιγαίου είναι ιδανικό για τη διεξαγωγή αεροκίνητων και αεραποβατικών επιχειρήσεων με τη χρήση επίλεκτων δυνάμεων, σκοπός των οποίων θα είναι η δημιουργία αεροπρογεφυρωμάτων στα μετόπισθεν της νησιωτικής άμυνας, ενώ αν πρόκειται για κάποιο μικρό νησί η αεραποβατική επιχείρηση μπορεί να στοχεύει και στην κατάληψή του. Η δυνατότητα του κάθετου ελιγμού που προσφέρει η χρήση των ελικοπτέρων καθίσταται ιδιαίτερα αποτελεσματική στα νησιωτικά περιβάλλοντα, κάτι που θα εκμεταλλευθεί φυσικά ο αντίπαλος. Προς αυτόν τον σκοπό, οι τουρκικές Ε.Δ. διαθέτουν έναν μεγάλο και σύγχρονο στόλο μεταφορικών και επιθετικών που αναμένεται να χρησιμοποιηθούν κατά κόρον σε όλα τα στάδια της εισβολής.
Κρίσιμος αναμένεται να είναι και ο ρόλος των Ειδικών Δυνάμεων στο θέατρο του Αιγαίου. Η εγγύτητα των τουρκικών ακτών επιτρέπει τη διενέργεια ειδικών επιχειρήσεων δια αέρος και θαλάσσης και μάλιστα με την ευχέρεια πολλαπλών εναλλακτικών τρόπων κρούσης. Βασικοί στόχοι των τουρκικών ειδικών δυνάμεων θα είναι η προετοιμασία του εδάφους πριν την απόβαση, η διενέργεια δολιοφθορών σε σημαντικούς στόχους όπως σταθμούς επικοινωνίας και ραντάρ, μονάδες Πυροβολικού, αεροδρόμια, λιμένες, οδικές αρτηρίες, καθώς και η διενέργεια ψυχολογικών επιχειρήσεων ώστε να δημιουργηθεί μία ζοφερή κατάσταση για τους αμυνόμενους.
EΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΤΡΟΠΗ
Ποια, όμως πρέπει να είναι η ελληνική αντίδραση; Θα αποτελούσε μέγα στρατηγικό λάθος η αυτοπαγίδευση των ελληνικών δυνάμεων στα γεωστρατηγικά μειονεκτήματα της περιοχής, επιδιώκοντας μόνο την «άμυνα επί του πατρίου εδάφους». Η κρίση των Ιμίων κατέδειξε δραματικά ότι η πολιτική ηγεσία συγχέει τον «αμυντικό χαρακτήρα» του πολέμου με την «αμυντική διεξαγωγή» του. Άλλο η αμυντική στρατηγική ως πολιτική επιλογή και άλλο η αμυντική στρατηγική ως πολεμική επιλογή. Το πρώτο δεν συνεπάγεται το δεύτερο, ενώ η υιοθέτηση του δευτέρου οδηγεί επ’ ακριβώς σε συντριπτική ήττα.
Η Ελλάδα πρέπει να απαγκιστρωθεί από αμυντικοπαθείς λογικές και «ισοδύναμα τετελεσμένα». Ο μόνος τρόπος να κερδιθεί ο πόλεμος από τον αμυνόμενο είναι η επίθεση. Επίθεση σφοδρή, ενιαία και ολοκληρωτική. Η άμυνα επί των σημείων, προϋποθέτει σαφή ποιοτική και ποσοτική υπεροχή, κάτι που φυσικά δεν ισχύει στην περίπτωσή μας. Ο στόχος των ελληνικών Ε.Δ. πρέπει να είναι η έγκαιρη συντριβή του στρατιωτικού δυναμικού του εχθρού, το καίριο πλήγμα στις παραγωγικές δυνατότητές του που ως επί το πλείστον συγκεντρώνονται  στη δυτική Τουρκία και που θα παραλύσει την χώρα για πολλά χρόνια και τέλος η κατάκτηση εδαφών στο ευνοϊκό για ‘μας μέτωπο της Θράκης ως αντιστάθμισμα της πιθανής απώλειας ελληνικών νησιών. Η προάσπιση ακατοίκητων νησιών και βραχονησίδων πρέπει να περάσει σε δευτερεύουσα μοίρα.
Ωστόσο, η χώρα μας πρέπει πάση θυσία να προασπίσει τα νησιά του Αν. Αιγαίου που έχουν τεράστια στρατηγική αξία. Και επειδή ο καλύτερος τρόπος να υπερασπιστείς έναν χώρο είναι να μην πολεμήσεις πάνω σ’ αυτόν, πρέπει οπωσδήποτε να αποφευχθεί κάθε σκέψη περί αμυντικής τακτικής. Οι ΕΕΔ οφείλουν να αντιληφθούν έγκαιρα την απειλή μέσω της δημιουργίας ενός εκτεταμένου και ισχυρού δικτύου πληροφοριών (δορυφόροι, επίγεια και εναέρια ραντάρ, μυστικές υπηρεσίες) και να αντιμετωπίσουν κάθε αποβατική επιχείρηση εν τη γενέση της. Προς αυτόν τον σκοπό πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω οι δυνάμεις Πυροβολικού με σύγχρονα ραντάρ, πυραύλους επιφανείας-επιφανείας μεγάλου βεληνεκούς για καταστροφικά πλήγματα στην τουρκική ενδοχώρα, σύγχρονα ΠΕΠ και αυτοκινούμενα πυροβόλα. Επίσης, καθοριστικό ρόλο θα διαδραματίσουν τα επιθετικά ελικόπτερα για την προσβολή της αποβατικής επιχείρησης εν πλω, αλλά και τα μεταφορικά ελικόπτερα για την ενίσχυση των αμυνομένων. Η συμβολή της Π.Α. είναι το κλειδί για την αποτροπή της εισβολής, όμως, τις πρώτες ώρες των εχθροπραξιών δεν είναι καθόλου βέβαιη η επαρκής συνδρομή της στις επίγειες και ναυτικές δυνάμεις. Έτσι προκύπτει η ανάγκη δημιουργίας ναυτικής αεροπορίας, αλλά και ανάγκη εφαρμογής παλλαϊκής άμυνας.
Η επιτυχής διεξαγωγή του πολέμου στο δύσκολο περιβάλλον του Αιγαίου έναντι ενός ισχυρού και αποφασισμένου αντιπάλου αποτελεί πραγματικά ηράκλειο άθλο για τις ΕΔ. Η ενδελεχής μελέτη της απειλής και η σοβαρή προετοιμασία εν καιρώ ειρήνης, καθώς και η ευφυής στρατηγική εν καιρώ πολέμου είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για να μην ξαναζήσει ο Ελληνισμός μία νέα εθνική τραγωδία.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το ζήτημα της αποστρατικοποίησης των νήσων του Αιγαίου, αποτελεί άλλη μία ψηφίδα στο μωσαϊκό, άλλο ένα βήμα προς τον στρατηγικό στόχο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Ο στόχος δεν είναι άλλος παρά η κατάκτηση του μισού Αιγαίου από τους «προαιώνιους» εχθρούς και η οικονομική και ενεργειακή εκμετάλλευση των πετρελαϊκών κοιτασμάτων, του φυσικού αερίου και των πολύτιμων μεταλλευμάτων που κρύβει το Αιγαίο Πέλαγος. Η ολική αμφισβήτηση του παρόντος status quo μέσω της αμφισβήτησης εναέριου, θαλάσσιου και χερσαίου χώρου για το σχηματισμό μιας ουδέτερης ζώνης (no man’s buffer zone) είναι το πρώτο μεγάλο βήμα για την επίτευξη του αντικειμενικού σκοπού.
Κάθε διεκδίκηση της Άγκυρας πρέπει να λογίζεται ως άλλος ένας επιμέρους στόχος και κάθε νίκη της στη διπλωματική σκακιέρα ως άλλη μία αφορμή για εντατικοποίηση της τουρκικής επεκτατικότητας εις βάρος της Ελλάδας.
Η αποδοχή εκ μέρους μας «εκκρεμουσών συνοριακών διαφορών» με την Τουρκία αποτελεί στρατηγικό σφάλμα της εξωτερικής μας πολιτικής, ακριβώς επειδή προσφέραμε έτσι τη δυνατότητα στην τουρκική διπλωματία να νομιμοποιήσει τις διεκδικήσεις της στα μάτια της διεθνούς κοινότητας.
Μία διαπραγμάτευση για το στρατιωτικό καθεστώς των νήσων θα αποτελέσει άλλο ένα στρατηγικό σφάλμα της ελληνικής διπλωματίας, ενώ το ενδεχόμενο μερικής ή ολικής αποστρατικοποίησης των ακριτικών νησιών μας θα ανοίξει ουσιαστικά τη σύγχρονη κερκόπορτα του Ελληνισμού, αυτήν τη φορά για την άλωση του Αιγαίου.
Εν κατακλείδι, κάθε εξέταση του ζητήματος της αποστρατικοποίησης των νήσων, οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψιν δύο κρίσιμους παραμέτρους: πρώτον, την επιδίωξη των διεθνών συμφερόντων και της Άγκυρας για την εκμετάλλευση του πλούτου του Αιγαίου και τον γεωπολιτικό έλεγχό του, δεύτερον, την ικανότητα και αποφασιστικότητα της Τουρκίας για στρατιωτική επέμβαση και κατάληψη ελληνικών νησιών.
Ο ελληνικός λαός και η ηγεσία του, λοιπόν, οφείλουν  να αποφασίσουν εάν επιθυμούν οι επόμενες γενεές να απολαμβάνουν ένα Αιγαίο ελληνικό και εκμεταλλεύσιμο οικονομικά από την πατρίδα μας ή εάν προτιμούν το μοίρασμα και τη συνεκμετάλλευση.
Δημήτριος Κουλουμπής