του Ανδρέα Πενταρά*
Στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ που θα πραγματοποιηθεί στη Λισαβόνα στις 19-20 Νοεμβρίου στη παρουσία του προέδρου Ομπάμα και πολύ πιθανό του Ρώσου προέδρου Μεντβιέντεφ, οι 28 πρόεδροι και πρωθυπουργοί της Συμμαχίας θα επικυρώσουν το νέο Δόγμα του ΝΑΤΟ που έλαβε την ονομασία ΄΄η νέα στρατηγική αντίληψη του ΝΑΤΟ΄΄. Η αναθεώρηση αυτή που είναι η τρίτη από τη σύστασή του το 1949, κρίθηκε αναγκαία, προκειμένου το ΝΑΤΟ να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις και απειλές μέσα στο νέο περιβάλλον ασφάλειας που διαμορφώθηκε στις αρχές του 21ου αιώνα.
Σύμφωνα με όσα είδαν το φώς της δημοσιότητας αλλά και δηλώσεις του ΓΓ του ΝΑΤΟ κ. Ρασμούσεν, η νέα στρατηγική αντίληψη θα κινείται σε τρείς άξονες. Ο πρώτος, αφορά τον εκσυγχρονισμό του στρατιωτικού μηχανισμού του ΝΑΤΟ, έτσι ώστε να είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει τις νέες απειλές όπως η τρομοκρατία, ο κυβερνοπόλεμος, οι πυραυλικές επιθέσεις, η ενεργειακή ασφάλεια, η πειρατεία κλπ. Ο δεύτερος, αφορά την ικανότητα του ΝΑΤΟ να διαχειρισθεί τις κρίσεις του 21ου αιώνα σε παγκόσμιο επίπεδο, κάτι που απαιτεί πέραν των στρατιωτικών και μη στρατιωτικές επιχειρήσεις, όπως η εκπαίδευση των δυνάμεων ασφαλείας των χωρών παρέμβασης και η βοήθεια τους στην εγκαθίδρυση δημοκρατικών θεσμών και κράτους δικαίου. Και ο τρίτος άξονας, αφορά την εμβάθυνση των σχέσεων ή και ανάπτυξη νέων με χώρες της Ασίας – Ειρηνικού και Μέσης Ανατολής, όπως Αυστραλία, Νότιος Κορέα, Κίνα, Ινδία, Πακιστάν Αίγυπτος, Ισραήλ, Συρία κλπ.
Η εξυπηρέτηση και των τριών αυτών αξόνων, προϋποθέτει τη στενή συνεργασία του ΝΑΤΟ με τον δεύτερο σε παγκόσμιο επίπεδο πυλώνα ασφάλειας που είναι η ΕΕ. Όπως δε δήλωσε πρόσφατα ο κ. Ρασμούσεν, στη νέα στρατηγική αντίληψη, η συνεργασία ΕΕ-ΝΑΤΟ θα αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα. Σύμφωνα δε με κείμενα που ανακοινώθηκαν, η νέα στρατηγική αντίληψη περιλαμβάνει τη πλήρη συμπληρωματικότητα ΕΕ-ΝΑΤΟ, κάτι που σημαίνει ότι το σύνολο πλέον των επιχειρήσεων θα είναι κοινές και όχι όπως συμβαίνει σήμερα που κάποιες είναι κοινές και κάποιες όχι. Απαραίτητη προϋπόθεση βέβαια της διαξαγωγής κοινών επιχειρήσεων ΕΕ-ΝΑΤΟ, είναι η επίλυση του προβλήματος που ταλανίζει από το 2004 τη συνεργασία των δύο οργανισμών εξ αιτίας του βέτο που προβάλλει η Τουρκία στη συμμετοχή της Κύπρου σε επιχειρήσεις της ΕΕ στις οποίες χρησιμοποιούνται υποδομές του ΝΑΤΟ, αλλά και του βέτο που προβάλλει η Κύπρος στη συμμετοχή της Τουρκίας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας. Φαίνεται δε, ότι ενόψει της αναγκαιότητας ενσωμάτωσης στη νέα στρατηγική αντίληψη της πλήρους συμπληρωματικότητας των δύο Οργανισμών, ΕΕ και ΝΑΤΟ αποφάσισαν οριστικά να επιλύσουν το πρόβλημα της συνεργασίας, κατά τρόπον ο οποίος δυστυχώς θα παραμερίζει τη Κύπρο, αφού η Κύπρος με δική της επιλογή – λόγω άρνησης υποβολής ένταξης στο Συνεταιρισμό για την Ειρήνη - αρνείται να συμμετάσχει σ αυτή τη συλλογική προσπάθεια διατήρησης της ασφάλειας και ειρήνης. Στο πλαίσιο αυτό, εντάσσονται σημαντικές πρωτοβουλίες Ευρωπαίων και Νατοϊκών αξιωματούχων που σχεδόν πέρασαν απαρατήρητες από την υπνώττουσαν Κυπριακή κυβέρνηση, όπως η εξουσιοδότηση της ύπατης εκπροσώπου της ΕΕ Κάθριν Άστον από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, να προσκομίσει στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Λισαβόνα ολοκληρωμένες προτάσεις επίλυσης του προβλήματος και επίσης η επίσκεψη του ΓΓ του ΝΑΤΟ στη Τουρκία και η πρότασή του για την υπογραφή συμφωνίας ασφάλειας ΕΕ -Τουρκίας, με την οποία η Τουρκία θα έχει πρόσβαση σε όλες τις δράσεις της ΕΕ για θέματα άμυνας και ασφάλειας καθώς και συμμετοχή στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας. Ουσιαστικά δηλαδή, την εξουδετέρωση του Κυπριακού βέτο, χωρίς όμως εξουδετέρωση του βέτο που προβάλλει η Τουρκία στη συμμετοχή της Κύπρου στις δραστηριότητες της ΕΕ στις οποίες εμπλέκεται το ΝΑΤΟ. Αυτή ασφαλώς θα είναι και η πρόταση της κ. Άστον στο συμβούλιο κορυφής του ΝΑΤΟ, το οποίο χωρίς αμφιβολία θα την υιοθετήσει προκειμένου να επιλυθεί οριστικά το πρόβλημα.
Η λύση αυτή που ΕΕ και ΝΑΤΟ φαίνεται να υιοθετούν, από τη μια θέτει τη Κύπρο οριστικά εκτός του πυλώνα της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας της ΕΕ και από την άλλη αναβαθμίζει τη θέση της Τουρκίας εντός της ΕΕ παρόλον ότι ακόμα δεν είναι πλήρες μέλος. Για τη κατάσταση αυτή δεν ευθύνεται ούτε η ΕΕ ούτε το ΝΑΤΟ. Ευθύνεται η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας η οποία προσκολλημένη σε ιδεολογικές αγκυλώσεις του παρελθόντος, αρνείται επίμονα να υποβάλει αίτηση για ένταξη στο ΣγΕ. Όμως ποτέ δεν είναι αργά. Οι λίγες εβδομάδες που απομένουν μέχρι τη σύνοδο του ΝΑΤΟ, μπορούν να αξιοποιηθούν από τη κυβέρνηση αν πραγματικά πιστεύει ότι υπηρετεί τα συμφέροντα της Κύπρου. Και βέβαια, ο χρόνος δεν επαρκεί για την υποβολή αίτησης στο ΣγΕ, ούτε ακόμα και για την υπογραφή συνθήκης ασφάλειας μεταξύ ΝΑΤΟ –Κύπρου. Επαρκεί όμως, για επίλυση του θέματος με πιο ήπιες μορφές συνεργασίας της Κύπρου με το ΝΑΤΟ, έτσι ώστε ούτε το κύρος της κυβέρνησης και του ΑΚΕΛ να τρωθούν στο εσωτερικό, αλλά και η Κύπρος να συμμετέχει ισότιμα με τα άλλα 26 κράτη σε όλους τους θεσμούς άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ. Αν ψάξουν οι αρμόδιοι, θα βρούν τους τρόπους και μέσα σε λίγες μόνο μέρες μπορούν να επιλύσουν το πρόβλημα, προλαβαίνοντας δυσάρεστες καταστάσεις.
*Υποστράτηγος ε.α.
ΠΗΓΗ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου